Μικροφωνική το Σάββατο 7-5-2011 στις 13:00 Εγνατία με Αριστοτέλους
Η μικροφωνική γίνεται με αφορμή την αύξηση των ενοχλήσεων προς το κατειλλημένο έδαφος της Terra Incognita. Αυτές αφορούν στις συχνές αναφορές για το κτίριο σε δημοσιεύματα του τοπικού αστικού τύπου και σε συζητήσεις των οργάνων του πανεπιστημίου, στο οποίο ανήκει το κτίριο, καθώς και σε επισκέψεις και λήψεις φωτογραφιών από τους παραπάνω.
Ακολουθεί το σχετικό κείμενο τοποθέτηση της συλλογικότητάς μας
ΚΑΤΩ ΤΑ ΞΕΡΑ ΣΑΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ
Τον τελευταίο καιρό, βυθιζόμενοι στο σκοτεινό τούνελ της κρίσης, ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι μοιράζονται τη συνειδητοποίηση ότι αυτή έχει φτάσει να επηρρεάζει κάθε πτυχή της ζωής τους. Με τον ίδιο τρόπο που η κυριαρχία του καπιταλισμού όριζε πάντα κάθε όνειρο και επιθυμία μας, με τον ίδιο τρόπο που η αρρώστεια του συστήματος μόλυνε κάθε ιστό της ύπαρξής μας μέχρι τώρα. Και όσο η κρίση βαθαίνει, ό,τι αποτελούσε μακρινή απειλή, τώρα γίνεται πραγματικότητα. Οι ισχυρότατοι κλυδωνισμοί του συστήματος προκαλούν μέγιστη ταλάντωση στις βασικές αξίες του κι έτσι η σταθερότητα και η σιγουριά που αυτό πρόσφερε γκρεμίζονται, αφήνοντας στη θέση τους φόβο και ανασφάλεια. Οι υποσχέσεις δεν μπορούννα τηρηθούν, οι αντιφάσεις είναι τόσο μεγάλες που δεν αφήνουν περιθώρια λύσεων και ξεπεράσματος του προβλήματος, παρά μόνο με τη δημιουργία νέων προβλημάτων. Έτσι, εντελώς ανάλογα με τα παραπάνω και κατ’ ακολουθία τους, οι ανακατατάξεις και ο επαναπροσδιορισμός των κοινωνικών σχέσεων που επιχειρείται να επιβληθεί από το καθεστώς, σε μια προσπάθεια διαχείρισης της κρίσης του οικονομικοπολιτικού συστήματος, θα επεκτείνουν την καταστροφή στη ζωή μας.
Σ’ αυτή τη συγκυρία λοιπόν, μπροστά στον κίνδυνο η κοινή συνειδητοποίηση της δεινής μας θέσης να γίνει και κοινή συνείδηση και θέληση αγώνα και αντίστασης, η κίνηση προς τον ολοκληρωτισμό, την επιβολή του φόβου και της σιωπής αναδεικνύουν τη βία και την καταστολή ως το κύριο στήριγμα του συστήματος. Το βλέπουμε ξεκάθαρα στην ανάπτυξη του στρατού κατοχής στους δρόμους, τις πλατείες, τις γειτονιές των μητροπόλεων. Στη διαρκή αναβάθμιση των σωμάτων ασφαλείας. Στην ενίσχυση του νομικού οπλοστασίου. Το βλέπουμε στις ναζιστικής και χουντικής έμπνευσης επεμβάσεις του κράτους από τον Έβρο μέχρι την Κερατέα και από την Ηγουμενίτσα ως την Κρήτη. Η διεύρυνση και η εξάπλωση των κοινωνικών αγώνων, κυρίως απ’ το Δεκέμβρη του 08 και μετά, έχουν στο ξεδίπλωμά τους να αντιμετωπίσουν και, άρα, να λάβουν σοβαρά υπ’ όψη, την αναβάθμιση των κατασταλτικών σχεδιασμών.
Η αναβάθμιση αυτή δεν έχει να κάνει βέβαια μόνο με το ότι οι πράξεις αντιβίας απ’ την πλευρά των καταπιεσμένων πολλαπλασιάζονται. Έχει να κάνει κυρίως με το φόβο, απ’ την πλευρά της εξουσίας, της γενίκευσης των αντιστάσεων, της εξάπλωσής τους σε ευρεία βάση, της πλατειάς ριζοσπαστικοποίησης. Γι’ αυτό το λόγο και ο πιο μερικός και αποσπασματικός αγώνας αντιμετωπίζεται με μηδενική ανοχή. Και αυτό αφορά όχι μόνο όσους αντιστέκονται αλλά και όσους σκέφτονται προς αυτή την κατεύθυνση.
Η επίδειξη της πυγμής των κρατούντων είναι ένα πολύ σημαντικό διακύβευμα στην παρούσα συγκυρία και ένα πολύ σημαντικό σημείο, όσον αφορά αυτή την ιστορία, είναι η συστηματική στοχοποίηση του εσωτερικού εχθρού, των αγωνιζόμενων ανθρώπων που οργανώνουν την οργή τους από τα κάτω, ανταγωνιστικά προς την κυριαρχία. Και αυτό βέβαια με τελικό στόχο η παραδειγματική τιμωρία να λειτουργήσει εκφοβιστικά για ακόμα περισσότερα υποκείμενα και να επικρατήσει έτσι η σιωπή και ο θάνατος.
Από το 2009 και μετά είναι δύσκολο να μην αντιληφθούμε τη μεγάλη ευελιξία με την οποία κινούνται οι κατασταλτικοί μηχανισμοί, το πώς παράγουν συνεχώς, βασιζόμενοι σε νέους νόμους, διώξεις, πώς μεθοδεύουν τη φυλάκιση αγωνιζόμενων ανθρώπων, την απονοηματοδότηση της δράσης τους, με σκοπό να τους απομονώσουν. Πώς διαστρεβλώνουν τις εκφάνσεις του αγώνα τους με σκοπό να εγκληματοποιήσουν έναν ολόκληρο χώρο, πώς στοχοποιούν άτομα και συνειδήσεις, παραμορφώνοντας μέσα απ’ την κυρίαρχη προπαγάνδα –και επιχειρώντας έτσι να διαρρήξουν- ένα πλέγμα σχέσεων συντροφικότητας και αλληλεγγύης.
Όπως επιδιώκει λοιπόν το καθεστώς να επαναπροσδιορίσει τις κοινωνικές σχέσεις, προσβλέποντας στο μικρότερο δυνατό αντίκτυπο της κρίσης στις δομές του, έτσι προσπαθεί να θέσει εκ νέου τα όρια μέσα στα οποία θα εκτείνονται οι αγώνες που θα ξεσπούν και θα διογκώνονται, ως αποτέλεσμα της εξαπλούμενης εξαθλίωσης.
Ξεκάθαρη εικόνα γι΄αυτό δίνουν οι αυξανόμενες προφυλακίσεις και διώξεις αναρχικών και αγωνιζόμενων, η αντιμετώπιση των τοπικών αγώνων αλλά και ευρύτερων κινήσεων, καθώς και οι αυξανόμενες πλέον εισβολές και χτυπήματα σε κατειλημμένους χώρους και στέκια.
Ως καταληψίες και αγωνιζόμενοι άνθρωποι θα εμμείνουμε στο παρόν κείμενο στο τελευταίο σημείο. Αυτό, υπό το πρίσμα όσων προαναφέρθηκαν και φυσικά, πάντα εντάσσοντας τις επιλογές και τη δράση μας, ως καταληψιών, στον κοινό αγώνα για την ελευθερία, στον οποίο πιστεύουμε ότι εντάσσεται ένα ευρύ φάσμα κινήσεων, δράσεων, εκφράσεων εν γένει των αγωνιζόμενων ανθρώπων, παρά τις διαφορές που μπορεί να εμφανίζουν οι επιμέρους επιλογές τους.
Τα τελευταία χρόνια έχουμε δει αυξημένη κινητοποίηση των κατασταλτικών μηχανισμών σε σχέση με τις καταλήψεις, τόσο πανευρωπαϊκά όσο και εντός των ορίων του λεγόμενου ελλαδικού χώρου. Μία απαρίθμηση αυτών ενδεχομένως δε θα είχε τόσο νόημα στη παρούσα φάση και αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι δεν εξετάζουμε πολύ προσεκτικά την κάθε κίνηση των εχθρών της ελευθερίας ενάντια στα εγχειρήματά μας, που τα θεωρούμε πολύ σημαντικά. Κάθε άλλο. Κάθε κίνηση του εχθρού προσμετράται, αναλύεται και αξιολογείται ως προς τα γενικά χαρακτηριστικά που φέρει αλλά και ως προς τα ειδικά σε κάθε περίπτωση. Κι αυτό προκειμένου στο βάθος του χρόνου να ενισχύουμε τις δομές μας και ως προς αυτό το σημείο.
Σε γενικές γραμμές μπορούμε να πούμε ότι τόσο στο παρελθόν, αλλά και ειδικότερα από το 2006 και μετά – οπότε η κατάληψη κτιρίων αποτέλεσε επιλογή περισσότερων αγωνιζόμενων – πολλές καταλήψεις σε Αθήνα, Θες/νίκη και άλλες πόλεις δέχθηκαν είτε κατασταλτικές προκλήσεις από το πλέγμα κυριαρχίας, τοπικής εξουσίας, πάσης φύσεως ιδιοκτητών, εργολάβων, κερδοσκόπων, παρακρατικών – φασιστικών σκουληκιών, είτε άμεση καταστολή με εκκένωση. Όλη αυτή τη πλέμπα την είδαμε να δραστηριοποιείται με διάφορες αφορμές και σε συχνότερες πλέον χρονικές στιγμές. Και δε θα μπορούσε να είναι διαφορετικά. Προτάσσοντας τα συλλογικά πολιτικά εγχειρήματα με ξεκάθαρους στόχους και αρχές, δημιουργώντας εστίες αντίστασης μέσα και απέναντι σε ένα κόσμο που επιλέγει την εκμετάλλευση, την ιδιοκτησία, την εμπορευματοποίηση, την ιδιώτευση και την εξατομίκευση, προτείνοντας απ’ την πλευρά μας τη συνεύρεση, την αυτοστέγαση, την αυτοοργάνωση, τη δημιουργικότητα και το βίωμα, την αδιαμεσολάβητη έκφραση, το διαρκή πειραματισμό στην έκφραση μέσα στα πεδία του κοινωνικού πολέμου, αναμέναμε και θα αναμένουμε πάντα τις κινήσεις του προαναφερόμενου συρφετού. Αυτές αποτελούν άλλωστε και μία ξεκάθαρη δήλωση από πλευράς τους ότι ο πόλεμος υπάρχει και συνεχίζεται.
Ειδικότερα, μετά το Δεκέμβρη του 2008, είδαμε τα πλαίσια του αγώνα να διευρύνονται και την κατάληψη κτιρίων να επιλέγεται συχνότερα σαν κίνηση από αγωνιζόμενους ανθρώπους και συλλογικότητες και αυτό αποτέλεσε μία πολύ δυναμική εξέλιξη που η εξουσία προσπάθησε να καταστείλει με κάθε τρόπο. Τότε είδαμε να προωθείται μία μεθόδευση η οποία κοινοποιήθηκε μέσα από μια σειρά ασφαλίτικων δημοσιευμάτων. Μπορεί τα προστάγματα του τότε δικαστικού αφέντη πάσης Ελλάδος Σανιδά να μην τελεσφόρησαν άμεσα, αφού και οι εξαγγελίες για «ανακάλυψη» καρτέλ όπλων και ναρκωτικών μέσα στις καταλήψεις έπεσαν στο κενό, στο άμεσο μέλλον όμως που ακολούθησε είδαμε τέτοιες κινήσεις και απειλές να πραγματοποιούνται με πιο πρόσφατο παράδειγμα τη κατασταλτική επέμβαση στη κατάληψη ΠΙΚΠΑ.
Τα ξημερώματα, συγκεκριμένα, της 16ης Φλεβάρη η αστυνομία προχώρησε σε εκκένωση της κατάληψης αυτής στο Ηράκλειο Κρήτης, με ταυτόχρονες προσαγωγές συντρόφων που έφτασαν εκεί. Κατηγορίες πλημμεληματικού χαρακτήρα απαγγέλθηκαν στον έναν από τους συντρόφους, μαζί με χρηματικό πρόστιμο (3500 ευρώ για φθορές δημόσιας περιουσίας και 10500 ευρώ για κλοπή ρεύματος). Η αντανακλαστική και άμεση κίνηση της πορείας που έγινε το ίδιο βράδυ και οι συγκρούσεις που ακολούθησαν αντιμετωπίστηκαν με ξυλοδαρμούς και συλλήψεις 4 ατόμων απ’ τους μπάτσους. Οι 4 αφέθηκαν τελικά ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους και εξοντωτικές χρηματικές εγγυήσεις ενώ οι κινήσεις οι κινήσεις αλληλεγγύης και οικονομικής ενίσχυσης συνεχίζονται πανελλαδικά.
Οι μεθοδεύσεις και οι κινήσεις της εξουσίας είναι πάντα ξεκάθαρες για μας, άσχετα με το ποιός επιλέγεται να βγει κάθε φορά μπροστά, αναλαμβάνοντας να φέρει εις πέρας τη βρώμικη δουλειά -και να σηκώσει και το κόστος βέβαια, θα πούμε εμείς, και δεν εννοούμε τα αστυνομικά όργανα μόνο. Στην περίπτωση του ΠΙΚΠΑ τώρα είναι η τοπική εξουσία –ο εισαγγελέας Μαρκάκης μιλά για αφανισμό των αναρχικών απ’ την Κρήτη- μαζί με τοπικές υπηρεσίες. Άλλες φορές έχουμε δει, στην Κρήτη πάλι, οι πρώτοι να παίζουν πάσες με τους πρυτάνεις του πανεπιστημίου εκεί (π.χ. Παλλίκαρης- γνωστός καταχραστής χρημάτων των τοπικών ιδρυμάτων- και Γρυσπολάκης). Κοινός παρανομαστής ωστόσο είναι κάθε φορά τα ΜΜΕ, τα τοπικά κυρίως, που δίνουν και το στίγμα της κίνησης της εξουσίας, αναμένοντας να δούνε κινήσεις.
ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Στις 27-2-2011 λοιπόν, ο Αγγελιοφόρος της Κυριακής δημοσιεύει ένα άρθρο για τη περιουσία του Α.Π.Θ και τα κτίρια-«φιλέτα» που περιλαμβάνει. Αναφέρεται σε επόμενα βήματα – σχέδια του πανεπιστημίου –εισηγήσεις για αλλαγή της νομοθεσίας, καταγραφή, επαφή με συμβούλους realestate- για την επανάκτηση αυτού του «θησαυρού», ενώ μέσα στους βραχυπρόθεσμους στόχους είναι η αξιοποίηση 3-4 κτιρίων. Μέσα σ’ αυτά τα κτίρια είναι και «το κτίριο στην οδό Ολύμπου», η κατάληψη Terra Incognita.
Για ακόμη μια φορά τα Μ.Μ.Ε. (βλέπε ασφαλητοφυλλάδα Αγγελιοφόρος) λειτουργούν ως φερέφωνα της εξουσίας. Επαληθεύεται, λοιπόν, το «όπου δε φτάνει το γκλομπ του μπάτσου, φτάνει η πένα του δημοσιογράφου». Στη συγκεκριμένη συγκυρία το ρόλο του «επιβολέα της τάξης» έχει αναλάβει ο πρύτανης του Α.Π.Θ. Μυλόπουλος και ο αντιπρύτανης Παντής, ακολουθώντας προφανώς τις εντολές ανωτέρων. Αποσιωπούν την ύπαρξη των καταληψιών, αναδεικνύοντας την ανάγκη εκμετάλλευσης της περιουσίας του Α.Π.Θ., επικαλούμενοι πάντα και την κρίση. Μιλούν ακόμη μία φορά για «ανάπλαση», για υποτιθέμενη αξιοποίηση των χώρων, μέσα στα πλαίσια της εμπορικής τους εκμετάλλευσης, στοχεύοντας παράλληλα και στην απαξίωση των καταληψιών – αγωνιζόμενων ανθρώπων, δήθεν αγνοώντας την ύπαρξη και δραστηριοποίησή τους μέσα σε κάποια από τα κτίρια. Έτσι, προσπαθούν να φιμώσουν τις φωνές αντίστασης που εκπέμπονται μέσα από κατειλημμένα εδάφη, καθώς νιώθουν να απειλούνται και οι ίδιοι, οι επιταγές με τις οποίες συντάσσονται, οι αξίες που πρεσβεύουν.
Σχεδιασμοί που κεντράρουν στα πολιτικά εγχειρήματα, όπως αυτοί που προαναφέρθηκαν, δεν κάμπτουν τους αγωνιζόμενους ανθρώπους, που αναζητούν τρόπους επίθεσης στο γερασμένο αυτό κόσμο, αλλά τους ενδυναμώνουν. Και αυτό το βλέπουμε και στην παρούσα χρονική συγκυρία όπου, ενώ η κρίση εξαπλώνεται όλο και περισσότερο, τα αγωνιζόμενα κομμάτια, κινούμενα μακριά από τον κόσμο του εμπορεύματος, της διαμεσολάβησης και της εκμετάλλευσης, επιλέγουν να πάρουν τη ζωή στα χέρια τους. Βλέπουμε έτσι σε κάθε γειτονιά να επανακειοποιούνται εγκαταλελειμμένα και ρημαγμένα κτίρια, χρησιμοποιώντας τα ως χώρους σύνθεσης ριζοσπαστικών αντιλήψεων και πρακτικών. Τα απελευθερωμένα αυτά σημεία αποτελούν παραδείγματα αυτοδιαχείρισης της καθημερινότητάς μας και εστίες αντίστασης σ’ ένα κόσμο εξουσιαστικά και ιεραρχικά οργανωμένο και αποκτούν νόημα και ύπαρξη από τους ανθρώπους που κινούνται μέσα σ’ αυτά. Και είναι η κινητικότητα αυτή που αποτελεί απειλή για την εξουσία, η οποία προσπαθώντας να καταστείλει κάθε αγωνιζόμενο κομμάτι, στοχοποιεί και προσπαθεί να πλήξει με κάθε τρόπο τέτοιου είδους εγχειρήματα, τα οποία τοποθετούνται ανταγωνιστικά απέναντι σ’ αυτήν.
Από τη πλευρά μας συνεχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε τις καταλήψεις ως χώρους συνάντησης, ζύμωσης, επαναπροσδιορισμού των σχέσεων με τους όρους που εμείς δημιουργούμε, όπου η απελευθέρωση απ’ το υπάρχον καπιταλιστικό σύστημα είναι ένα διαρκές ζητούμενο και ζωντανό πρόταγμα ταυτόχρονα. Ως σημεία απαξίωσης της ιδιοκτησίας και άρνησης υποταγής στα αφεντικά. Ζούμε σε μια εποχή όπου η εξουσία τείνει να καταλάβει κάθε στιγμή της καθημερινότητάς μας, τα πάντα μετατρέπονται σε εμπορεύματα και το κέρδος πρέπει να εξασφαλίζεται σε κάθε περίπτωση. Σ’ αυτή τη δύσκολη εποχή επιλέγουμε να κινηθούμε επιθετικά, να ανοίξουμε καινούργια πεδία δραστηριοποίησης. Δε ζητιανεύουμε για τη ζωή μας, παίρνουμε πίσω λίγα απ’ αυτά που μας ανήκουν, απ’ αυτά που μας έχουν στερήσει οι κάθε είδους εξουσιαστές, αφεντικά, νταβατζήδες και ιδιοκτήτες. Πιστεύουμε ότι τα άδεια σπίτια ανήκουν σ’ αυτούς και σ’ αυτές που τα χρειάζονται και τα χρησιμοποιούν. Όπως σ’ αυτούς ανήκουν και οι δρόμοι, οι πλατείες, τα πάρκα. Και φυσικά, η επιλογή της κατάληψης για μας σημαίνει και την υπεράσπισή της.
Γι’ αυτό, λοιπόν, καμιά πρόκληση απ’ τη μεριά τους δε θα μείνει αναπάντητη. Το κτίριο της κατάληψης θα το υπερασπιστούμε με όλα τα μέσα. Στην ουσία δεν υπερασπιζόμαστε ένα άψυχο οικοδόμημα αλλά τη συνεχή δράση μας ενάντια σε όσους μας στερούν τη ζωή και την αξιοπρέπειά μας. Και η απάντηση σ’ αυτούς θα έρθει από όλους εμάς που δε μας νοιάζει το κέρδος που μπορούν να αποφέρουν τα ντουβάρια, δεν παλεύουμε γι’ αυτά, αλλά για τη ζωή που τους δίνουμε καθημερινά. Όσο, λοιπόν, αυτοί βάζουν στόχο τις καταλήψεις και κάνουν ιδεολογικό πόλεμο σε συνεργασία με κάθε δημοσιογραφίσκο, εμείς προχωράμε εφορμώντας απ’ τους χώρους μας, μένοντας πιστοί στο όνειρο για ένα κόσμο απαλλαγμένο από κάθε εξουσία, μέχρι την ολοκληρωτική κατάλυση του συστήματος. Προτάσσουμε την αλληλεγγύη μας στις καταλήψεις, τα στέκια και κάθε ελεύθερο χώρο που δέχεται επίθεση, ως ένα αναπόσπαστο κομμάτι της συνολικότερης δράσης μας ως αναρχικών – καταληψιών. Τώρα, περισσότερο από ποτέ, το πρόταγμα για 10 – 100 – 1000 καταλήψεις ενάντια σ’ ένα κόσμο οργανωμένης σήψης, ζωντανεύει. ΟΥΤΕ ΝΑ ΤΟ ΣΚΕΦΤΕΣΤΕ. ΚΑΤΩ ΤΑ ΞΕΡΑ ΣΑΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ
Κατάληψη Terra Incognita